NEWSTRAP.GR

Σκέψεις για την ενότητα, για τους «ενωτικούς» και τις «ενωτικές» τους προσπάθειες

E-mail Εκτύπωση PDF

enotitaΓράφει ο Θανάσης Παπαγεωργίου

 

 Μπορούμε να αναγνωρίσουμε σε οποιεσδήποτε κοινωνικές ομάδες και πολιτικά κόμματα το αναφαίρετο δικαίωμα να συγκροτούν προεκλογικές συνεργασίες, συνασπισμούς ή κάθε μορφής συνεργασία, είτε ευκαιριακή, είτε μόνιμη.

 

Αυτό που αδυνατούμε να κατανοήσουμε είναι όταν οι ενέργειές τους και οι δηλώσεις τους, που συνιστούν όπως είναι φυσικό πολιτικές πράξεις, μονοπωλούν την πατρότητα, τη βούληση και το κοινό αίσθημα για ενότητα.

 

Πολύ περισσότερο όταν παρουσιάζουν τα προεκλογικά σχήματα, που κατάφεραν να συγκροτήσουν, σαν το αποτέλεσμα αποκλειστικά των δικών τους προσπαθειών και της άρνησης των άλλων, καθώς και τα μόνα εφικτά, από το υπάρχον σύνολο των αντιπολιτευόμενων απόψεων στις σημερινές κρίσιμες συνθήκες.

 

Το γεγονός της μονοπώλησης και της αυθεντικότητας της ενωτικής διάθεσης, έχει στοιχίσει εκατόμβες θυμάτων στον ελληνικό λαό κι έχει καταδικάσει στη συνείδησή του, ακόμη και παραδοσιακά προοδευτικά κόμματα, των οποίων η βάση έχει προσφέρει ανυπολόγιστες θυσίες, στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, για δημοκρατία, κοινωνική πρόοδο και δικαιοσύνη.

 

Οι ανακοινώσεις των κομμάτων, δεν εξηγούν πειστικά στη κοινή γνώμη τους λόγους, που μέχρι στιγμής δεν έχει καταστεί δυνατή η συγκρότηση ενός ενωτικού σχήματος, τουλάχιστον προεκλογικά, που θα μπορούσε να διεκδικήσει την ψήφο της ευρύτερης πολιτικά και μεγαλύτερης αριθμητικά πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.

 

Ένας από αυτούς, και μάλιστα ο σοβαρότερος, θα μπορούσε να είναι η διαφωνία, όσον αφορά τις αρχές και κατ' επέκταση το πρόγραμμα, που θα στηρίζονταν αυτή η συμμαχία.

 

Πουθενά όμως δεν φαίνεται κάτι τέτοιο.

 

Όλες οι διακηρύξεις των κομμάτων περιλαμβάνουν παρόμοιες, αν όχι τις ίδιες θέσεις και απόψεις, όσον αφορά τα κεντρικά ζητήματα, που καθιστούν επαρκέστατο, αποτελεσματικό, ουσιαστικής προοπτικής και ικανοποιητικής διάρκειας πρόγραμμα προς υλοποίηση.

 

Ένας άλλος λόγος, που θα μπορούσε να αποτελεί εμπόδιο, θα ήταν οι ασυμφωνίες, σχετικά με τη μορφή, που θα είχε το απαιτούμενο ενωτικό σχήμα.

 

Ωστόσο η ζωή δεν περιμένει, ούτε χαρίζεται σε όσους αναλώνονται σε εγκεφαλικά η βολονταριστικά σχήματα, μακριά από την πράξη και τη δράση.

 

Εξάλλου ο εκλογικός νόμος περιορίζει σημαντικά τις σχετικές επιλογές, αφού είναι προσαρμοσμένος σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εξυπηρετεί κατάλληλα τη λογική της αυτοδυναμίας και του δικομματισμού.

 

Η μόνη ουσιαστικά δυνατότητα είναι ένα ενωτικό ενιαίο ψηφοδέλτιο, στο οποίο έχουν καταλήξει και παλαιότερες παρόμοιες προσπάθειες και στο οποίο υπήρχε χώρος για όλους…

 

Είναι επίσης χαρακτηριστικό, ότι εδώ κατέληξε και το ενωτικό σχήμα Καμμένου – Δημαρά (Ανεξάρτητων Ελλήνων – Άρματος Πολιτών), που ανακοινώθηκε πρόσφατα και το οποίο, όπως ισχυρίζονται οι συμμετέχοντες, αποτελεί το μοναδικό, το αποκλειστικό και το τελικό προϊόν, των κοινών συζητήσεων και προσπαθειών, με όλους τους δυνητικά συνεργάσιμους και συμμαχικούς πολιτικούς χώρους.

 

Άραγε ήταν τόσο ανυπέρβλητο εμπόδιο, το να αποτελέσει αντικείμενο κοινής αποδοχής, ένας όσο το δυνατόν αντικειμενικότερος υπολογισμός της δύναμης των κομμάτων, που θα συγκροτούσαν το όποιο ενωτικό κοινό ψηφοδέλτιο ;

 

Και πως μπορούσε να υπολογισθεί η πραγματική δύναμη των κομμάτων;

 

- Από τους καταλόγους των εγγεγραμμένων κομματικών μελών. Αυτοί δεν φτάνουν να δικαιολογήσουν το υπάρχον ποσοστό τους.

Εξ άλλου δεν έχουν την ίδια μορφή οργάνωσης, αλλά ούτε και την ίδια πολιτική ηλικία !!

 

- Από τα ποσοστά που είχαν στις προηγούμενες εκλογές ή από αυτά που τους δίνουν οι σημερινές δημοσκοπήσεις ;;;

Αλήθεια ποιος θα μπορούσε να επικαλεστεί την αξιοπιστία ή την αντικειμενικότητα αυτών των παραμέτρων; Εκτός κι αν πιστεύει, ότι η προσφορά των πολιτικών κομμάτων εξαντλείται στις συζητήσεις για την αναζήτηση των παραγόντων παραμετροποίησης της δύναμης τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι με την τακτική αυτή αργά ή γρήγορα θα “καταφέρουν” να τη χάσουν.

 

- Ξεχνούν βέβαια το ουσιαστικότερο : το ότι ένα ενωτικό σχήμα θα εξασφάλιζε μια άλλη δυναμική, που θα πολλαπλασίαζε τη “συλλογική” δύναμη ενός ενιαίου μετώπου, η οποία σε αντίθετη περίπτωση θα χάνονταν και θα αδρανοποιούνταν. Το αποτέλεσμα θα είναι ο κίνδυνος να προσφερθεί σαν δώρο, το οποίο θα καρπωθούν μεσοπρόθεσμα από την εκλογική παγίδευσή της τα αστικά κόμματα και θα επωφεληθεί τελικά μακροπρόθεσμα από την αδρανοποίησή της το “κρατούν σύστημα”.

 

- Ένας επιπλέον λόγος θα μπορούσε να είναι η πάγια διάθεση ηγεμονισμού, από την πλευρά ορισμένων κομμάτων, τα οποία δεν χάνουν ευκαιρία, από τη μια να διακηρύσσουν τη πρόθεσή τους για ενότητα κι από την άλλη - στην πράξη - να μην κάνουν τίποτε για να την πραγματοποιήσουν. Είναι θλιβερό να διαπιστώνει κανείς, ότι ακόμη και την ύστατη στιγμή, τα ιστορικά διδάγματα του παρελθόντος δεν έχουν αφομοιωθεί και δεν μπορούν να αποτελέσουν παραδείγματα προς αποφυγή.

Η ηγεμονία κι η διεκδίκηση της πρωτοπορίας στα κινήματα, όπως έχει αποδειχθεί κατ' επανάληψη, δεν είναι αυτονόητη, δεν είναι ιστορικό κειμήλιο για να κληρονομείται, ούτε επιβάλλεται. Κατακτιέται, όπως είναι φυσικό στην πράξη από το ιστορικό αποτέλεσμα που δημιουργεί.

Στο μόνο που μπορούν να διεκδικήσουν την αποκλειστικότητα και να συναγωνιστούν το ένα το άλλο τα πολιτικά κόμματα στη κατάκτηση του ηγεμονικού τους ρόλου, είναι η πλούσια “ανακοινωσιολογία” με το “πάγιο και καθιερωμένο πλέον ενωτικό τους κάλεσμα” και η εφευρετικότητα τους στις δικαιολογίες, που δίνουν απλόχερα, προκειμένου να εξηγήσουν γιατί : “ενώ οι ίδιοι ήθελαν την ενότητα, οι άλλοι δεν ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά τους”…

 

Σήμερα πια, με την ωριμότητα που μας προσφέρει η εμπειρία των αγώνων, η άνεση της κριτικής και του εκ του ασφαλούς απολογισμού, μπορούμε να αξιοποιήσουμε την αρνητική εμπειρία του παρελθόντος και να αντιμετωπίσουμε τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες της οργανωμένης επίθεσης των ξένων και ντόπιων συμφερόντων, ενάντια στη χώρα μας, με μια άλλη νοοτροπία και με μια άλλη προοπτική.

 

Η χώρα έχει ανάγκη από την οριστική και ριζική απαλλαγή της από την ξένη εξάρτηση, με όποια μορφή αυτή ασκείται ασφυκτικά, μέσα από ένα πλέγμα συμφωνιών, δεσμεύσεων και συμβάσεων, από τους αποκαλούμενους εταίρους και συμμάχους μας, που δεν έχουν κάνει τη πραγματική προσπάθεια να δείξουν την ειλικρινή αφιλοκερδή και καλή τους διάθεση, που πηγάζει από τα διακηρυγμένα από τους ίδιους ιδανικά μιας “σύγχρονης” και δημοκρατικής ενωμένης “Ευρώπης των λαών”.

 

Έχει ανάγκη από ένα δρόμο ανεξάρτητης, βιώσιμης και διαρκούς ανάπτυξης και μια πολιτική αξιοποίησης του κοινωνικού πλούτου σε όφελος του λαού και όχι των ξένων και ντόπιων μεγαλοσυμφερόντων, που καταδίκασαν τον τόπο σε αυτή την οικονομική δυσπραγία και την ύφεση, αφού εκμεταλλεύτηκαν τον πλούτο, την εργασία και τις ελπίδες του ελληνικού λαού, με κάθε τρόπο και κυρίως εκμαυλίζοντας τη συνείδησή του.

 

Οι γενικές αυτές κατευθύνσεις εκφράζουν σήμερα κάθε Έλληνα πατριώτη, ανεξάρτητα από κομματικές επιλογές που είχε κάνει στο παρελθόν ή εξακολουθεί να διατηρεί ακόμη και σήμερα, που δεν ανέχεται να βλέπει τη χώρα του να βυθίζεται συστηματικά στο τέλμα της ύφεσης και στο αδιέξοδο, που τον οδηγούν όλοι εκείνοι, που ισχυρίζονται ότι προασπίζουν το συμφέρον του.

 

Για τον λόγο αυτό, θα μπορούσαν να αποτελούν το πλαίσιο μιας κοινά αποδεκτής πολιτικής, που είναι αναγκαία και ικανή “να σηκώσει τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα”.

 

Η πολιτική αυτή δεν είναι δυνατόν να γίνει πραγματικότητα, χωρίς τη συμμετοχή ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων.

 

Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν καταλληλότερες συνθήκες για μια τέτοια κοινωνικοπολιτική συμμαχία, που θα μπορούσε να εκφραστεί στην πράξη με τη συγκρότηση ενός ενιαίου μετώπου.

 

Αυτή άλλωστε την διάθεση και απαίτηση έδειξαν όλες οι μέχρι σήμερα κινητοποιήσεις κάθε λογής κοινωνικών ομάδων, ανεξάρτητα από πολιτική, κομματική τοποθέτηση, επαγγελματική ιδιότητα, κοινωνική θέση, ηλικία κλπ.

 

Κυρίαρχη έκφραση αυτού του φαινομένου υπήρξαν οι πρωτόγνωρες πρωτοβουλίες με εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, που ξεκίνησαν αυθόρμητα, όσο κι αν στερούνταν οργάνωσης και σαφούς στόχευσης, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια.

 

Ένα άλλο χαρακτηριστικό της ενωτικής αυτής διάθεσης, υπήρξε επίσης και το γεγονός ότι παρά την αδυσώπητη βία, τη λασπολογία, την υπονόμευση και τη συνεχή προσπάθεια για την εξασφάλιση ηγεμονίας αυτών των κινημάτων από τη πλευρά ορισμένων πολιτικών δυνάμεων, δεν στάθηκε δυνατόν να μειωθεί η μαζικότητα τους, ούτε επίσης να μειωθεί η επιρροή που άσκησαν και ασκούν μέχρι σήμερα στην ελληνική κοινή γνώμη.

 

Αυτή ακριβώς η σαφής πραγματικότητα επιβάλλει στα πολιτικά κόμματα και στους κοινωνικούς φορείς την ανάγκη αναζήτησης μορφών συσπείρωσης, σαν ένα ελάχιστο δείγμα κατανόησης και εκπλήρωσης της λαϊκής αυτής απαίτησης.

 

Είναι βέβαια αυτονόητο ότι για να υλοποιηθεί ένα οποιοδήποτε ενωτικό σχήμα, θα πρέπει να υπάρχει ένα ελάχιστο πρόγραμμα, που θα αποτελεί τη βάση για τον κοινό αγώνα και τους κοινούς στόχους.

 

Αυτό θα αποτελεί και τη κοινή πρόταση προς τον ελληνικό λαό.

 

Η πολιτική πρόταση καταλήγει, λοιπόν, να είναι ένα εθνικό πρόγραμμα, αποτέλεσμα της εθνικής συστράτευσης σε τέτοιους άξονες που θα συσπειρώνει όλες τις τάσεις που είναι σήμερα ενάντια στην πολιτική των κομμάτων εκείνων, που κυβέρνησαν ή συγκυβέρνησαν τον τόπο.

 

Το μέτωπο προσδιορίζεται από τα ίδια τα στοιχεία της κοινωνικής σύγκρουσης.

 

Από τη μια η πολιτική της υποτέλειας, της εξάρτησης, της εξαθλίωσης και του εξευτελισμού και από την άλλη εκείνη της εθνικής ανεξαρτησίας, της οικονομικής αυτοτέλειας, της ανόρθωσης της οικονομίας και της εθνικής αξιοπρέπειας.

 

Όλοι όσοι πιστεύουν σε μια τέτοια πολιτική έχουν θέση σ' αυτό το μέτωπο, το οποίο δεν είναι ανάγκη, σε αυτή τη φάση, να επιδιώξει την απόλυτη “καθαρότητά” του, όπως συνηθίζονταν, δεδομένου ότι δεν αποβλέπει στη συγκρότηση ενός ενιαίου πολιτικού ή κομματικού φορέα, που απαιτεί ενιαία άποψη για το σύνολο των θεμάτων, αλλά να αναχαιτίσει τον κατήφορο και να εξασφαλίσει μια δόση αναπνοής, για παραπέρα διεκδικήσεις, που θα αποτελούν το αμέσως επόμενο αντικείμενο συλλογικής επεξεργασίας και ενός δημοκρατικού διαλόγου.

 

Η πορεία θα διαμορφώνεται κάθε φορά από το συσχετισμό και την επικράτηση εκείνων των δυνάμεων, που θα κερδίζουν την εμπιστοσύνη από την επιτυχέστερη και αποτελεσματικότερη πραγμάτωση των συμφωνηθέντων και την παρέμβασή τους στη διαμόρφωση μιας νέας πραγματικότητας, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, μέσα σ' ένα κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ισοτιμίας και δημοκρατίας.

 

Αυτή η διαδικασία θα πρέπει να επιβάλλει στα πολιτικά κόμματα την συνεπέστερη εκπροσώπηση της λαϊκής απαίτησης και όχι την αυθαίρετη αντίληψή τους για το χειρισμό εθνικών θεμάτων που διαμορφώνεται μακριά από το λαό, από τα μέλη τους και τους ψηφοφόρους τους, θεωρώντας δεδομένη τη μονοπώληση της εφάπαξ εκφρασμένης γνώμης τους, μέσα σε κομματικά γραφεία και όργανα ευάλωτα και επιρρεπή σε κάθε λογής πιέσεις.

 

Κάθε άλλη τακτική δεν θα συμβάλλει στην ουσιαστική αλλαγή του πολιτικού συστήματος και δεν θα οδηγεί στη ολοκλήρωση της δημοκρατίας.

 

Δεν περισσεύουν δυνάμεις για να μείνουν απ' έξω.

 

Εκείνοι που εξακολουθούν να πιστεύουν στην προοπτική “ανάπτυξης” και όχι της απλής παραμονής της χώρας μας στην ΕΕ, ως εταίρου τρίτης κατηγορίας, ή χρηματοδοτούμενης από το διεθνές χρηματοπιστωτικό συστήματος, με τις γνωστές δεσμεύσεις, εκτροπές και κρίσεις, που κάθε φορά παρουσιάζονται σαν δήθεν αποτέλεσμα της μη εφαρμογής των υποχρεώσεων μας, που εμποδίζουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

 

Εκείνοι που πιστεύουν ότι υπάρχουν ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες περιθώρια αξιοπρεπούς διαπραγμάτευσης με κοινά αποδεκτές απαιτήσεις και οριακές γραμμές συμβιβασμού και υποχώρησης με γνώμονα αυστηρά το εθνικό συμφέρον και απόρριψη κάθε πολιτικής που επιβαρύνει την χείριστη δανειακή μας θέση, ακόμη και με την απειλή της πτώχευσης, έχουν κάθε δικαίωμα να επιχειρήσουν να το αποδείξουν.

 

Η λογική της αδυναμίας διαπραγμάτευσης και ως εκ τούτου της παράδοσης με τους συγκεκριμένους όρους, προκειμένου να αποφύγουμε το χειρότερο και “τέλος πάντων βλέπουμε αργότερα”, ισοδυναμεί με ενταφιασμό της χώρας μας και ανεπανόρθωτη καταδίκη, διότι στην ουσία δεν θα υπάρχει αυτό το μέλλον, που σήμερα επικαλούνται:

 

  • Εκείνοι που πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να       εξασφαλισθούν καλύτεροι όροι για τη διαπραγμάτευση, αλλά ότι       είναι δυνατόν να υπάρξουν λιγότερο επώδυνα μέτρα και μια άλλη δημοσιονομική πολιτική που δεν θα θίγει στον ίδιο βαθμό το εισόδημα και που θα αντιμετωπίζει την ανεργία και την ύφεση.

 

  • Εκείνοι που πιστεύουν ότι η χώρα θα μπορούσε να έχει μια κάποια άλλη σχέση εκτός από τη σημερινή με την ΕΕ.

 

  • Εκείνοι που πιστεύουν ότι η χώρα θα μπορούσε να έχει μια προοπτική έξω από την ΕΕ, χωρίς το ευρώ και με την επιστροφή στη δραχμή.

 

Όλοι αυτοί έχουν υποχρέωση να βρουν την κοινή γραμμή, που θα εξασφαλίζει :

 

  • την λιγότερο επώδυνη αντιμετώπιση της άμεσης κατάστασης, χωρίς να επιβαρύνεται η θέση της χώρας μας

 

  • ένα σαφές και πολύ περιορισμένο χρονοδιάγραμμα, για την εξάντληση όλων των συμφωνηθέντων περιθωρίων, που απομένουν για επαναδιαπραγμάτευση, σε χρονικά όρια που απαιτούνται και απορρέουν από το διεθνές δίκαιο και επιτρέπουν την οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση και επαναπροσδιορισμό της θέσης και των υποχρεώσεων μιας χώρας στους διεθνείς οργανισμούς και που προβλέπονται σε περιπτώσεις έκτακτης αλλαγής των κυβερνητικών σχημάτων, ιδιαίτερα όταν αποδεδειγμένα οι όροι των συμφωνιών αυτών απειλούν την εθνική ανεξαρτησία, την υπόσταση της χώρας και μάλιστα, όταν δεν πρόκειται να αποδώσουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα από την εφαρμογή των υποχρεώσεων της.

 

  • την επεξεργασία ενός κοινού προγράμματος κοινωνικής αμυντικής πολιτικής, στην περίπτωση που η χώρα θα αναγκαστεί τους επόμενους μήνες να βιώσει τις ολέθριες συνέπειες μιας προαποφασισμένης και προσυμφωνημένης ατυχούς, αντεθνικής και αντικοινωνικής πολιτικής, μέσα στους κόλπους της ΕΕ με το κοινό νόμισμα.

 

  • την επεξεργασία ενός κοινού προγράμματος αντιμετώπισης των συνεπειών από μια αναγκαστική έξοδο από την ΕΕ και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα.

 

  • την επεξεργασία ενός κοινού προγράμματος σταδιακής αποδέσμευσης από την ΕΕ και τακτικής επιστροφής στο εθνικό νόμισμα

 

  • την επεξεργασία ενός κοινού προγράμματος εθνικής σταθερής και βιώσιμης παραγωγικής ανάπτυξης, με αξιοποίηση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, με συγκεκριμένα μέτρα και εναλλακτικές λύσεις στην περίπτωση της παραμονής της χώρας στην ΕΕ, κάτω από δυσμενείς όρους με ευρωπαϊκό νόμισμα, με εθνικό νόμισμα και με εναλλακτικές πηγές εξοικονόμησης πόρων, τόσο στη μία, όσο και στην άλλη περίπτωση

 

  • οι σχεδιασμοί αυτοί θα πρέπει να αναδεικνύουν, σε κάθε περίπτωση, αιτιολογημένα την όποια προοπτική διεξόδου είναι ικανά να εγγυηθούν και να εξασφαλίσουν.

 

Όλα αυτά – αντίθετα απ' ότι θα μπορούσαν να ισχυριστούν ορισμένοι, που θα ήθελαν να αποφύγουν μια τέτοια εργώδη συλλογική προσπάθεια για πολλούς και διάφορους λόγους - δεν υποβιβάζουν το νόημα, τη σημασία και το περιεχόμενο μιας πολιτικής πρότασης στο επίπεδο ενός τεχνοκρατικού προγράμματος που στο κάτω -κάτω δεν είναι καθήκον των πολιτικών κομμάτων, αλλά ομάδων εργασίας τεχνοκρατών.

 

Απεναντίας μια τέτοια πολιτική πρόταση αποτελεί την πεμπτουσία του ρόλου τους, που μέχρι τώρα συστηματικά, είτε μεμονωμένα, είτε συλλογικά, απέφευγαν να διαδραματίσουν.

Έχουν, λοιπόν, την υποχρέωση για την πλήρη και διαφανή ενημέρωση του ελληνικού λαού, με τον πιο απλό, αλλά σαφή τρόπο, δηλ. του τι σημαίνει :

 

  1. η συγκεκριμένη δανειακή σύμβαση, ποιοι είναι οι όροι της, ποιες οι δεσμεύσεις της και οι συνέπειες της για τη ελληνική οικονομία αλλά και για το ελληνικό νοικοκυριό

 

  1. η περαιτέρω παραμονή της χώρας μας κάτω από αυτές τις συνθήκες

 

  1. η αναγκαστική, άτακτη επιστροφή στο εθνικό νόμισμα

 

  1. η μεθοδευμένη επιστροφή στο εθνικό νόμισμα

 

Με τον τρόπο αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα μέσα για τη διενέργεια ενός εθνικού διαλόγου, όπου τα Μ.Μ.Ε. θα πρέπει να υποχρεωθούν να φιλοξενήσουν και να προάγουν αυτή την προσπάθεια, π.χ. με την αξίωση της άμεσης καταβολής των οικονομικών τους υποχρεώσεων (ακόμη και εξ ιδίων πόρων με κατάλληλες διαπιστωτικές πράξεις, εν όψει εθνικών κινδύνων).

 

Μόνον έτσι θα μπορεί ο ελληνικός λαός να αποκτήσει σωστή ενημέρωση, να παρακολουθήσει και να συμμετάσχει στον δημόσιο πολιτικό διάλογο.

 

  • Το μέτωπο αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς, πέρα από τους ήδη κομματικά εκφρασμένους, καθορίζοντας κάποιες στοιχειώδεις       απαιτούμενες οργανωτικές προδιαγραφές, που θα διευκόλυναν τη λειτουργία του.
  • Θα μπορούσε να οργανώσει ομάδες εργασίας, ομάδες ενημέρωσης - διαφώτισης του κοινού με απαντήσεις και διευκρινήσεις για τα καυτά και συσκοτισμένα μέχρι στιγμής θέματα.
  • Ομάδες δημόσιου συλλογικού προβληματισμού και διαλόγου, κ.λ.π.

 

Με άλλα λόγια θα μπορούσε να κάνει ότι έπρεπε να κάνουν και δεν έκαναν οι “εξουσιοδοτημένοι πολιτικοί εκφραστές” του και ότι έχει ανάγκη, την ύστατη αυτή στιγμή, η ελληνική κοινωνία.

 

Είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα χρειάζεται επιτέλους μια άλλη πορεία, όσο κι αν ο δρόμος γι' αυτή είναι σκληρός, δύσκολος κι επίπονος. Είναι επίσης σίγουρα ότι το “όραμα” - όσο κι αν έχει εκφυλισθεί η έννοια του όρου - δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι η επιστροφή σε προηγούμενες εποχές, επίπλαστης κι εικονικής πραγματικότητας, που είχαν σκόπιμα, συνειδητά και μεθοδευμένα δημιουργηθεί για να φθάσουμε στη σημερινή πολύπλευρη κρίση.

 

Ο ελληνικός λαός πρέπει να αντιμετωπίσει με αποστροφή μια τέτοια πιθανότητα και να στρέψει αλλού τον δυναμισμό του.

 

Αυτό άλλωστε θα πρέπει να αποτελέσει τη σημερινή πρόκληση.

 

Αν θέλουμε να δούμε όλοι καλλίτερες μέρες, το πρώτο που έχουμε να κάνουμε είναι να διαψεύσουμε την παχύδερμη και προκλητική δήλωση : “μαζί τα φάγαμε”.

 

Αν τη θεωρούμε προσβλητική κι αναληθή, ας το αποδείξουμε στην πράξη, με τη ενεργό συμμετοχή μας, αυτή τη φορά, στη διαμόρφωση μιας άλλης κοινωνίας, όπως πραγματικά μας αξίζει.

Add comment


Security code
Refresh