Της Νάντιας Βαλαβάνη
Εδώ και δυο χρόνια η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε πρότυπο πειραματικό εργαστήρι κοινωνικής μηχανικής της Τρόικας.
Για τη σύνθεση του κατάλληλου «μίγματος» πολιτικών μόνιμης λιτότητας και βίαιης «υποτίμησης» της ζωής των ανθρώπων σε ολόκληρη την Ευρώπη και αποτελεσματικής χειραγώγησης της εργαζόμενης πλειοψηφίας των κοινωνιών της.
Για να συντελεστεί, εν μέσω κρίσης, μια πρωτοφανής στην ιστορία αναδιανομή αξίας:
Από τους «κάτω» στους «πάνω».
Από όλες τις σφαίρες της οικονομίας προς τις χρηματοπιστωτικές «αγορές».
Από τις ασθενέστερες οικονομικά χώρες της ευρωπεριφέρειας προς τις ισχυρότερες, ιδιαίτερα τη Γερμανία.
Κι ενώ η ακολουθούμενη πολιτική, με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, της Ν.Δ. κι’ ενός αστερισμού μικρότερων κομμάτων, εξακολουθεί να εμφανίζεται ως «μονόδρομος», το κεντρικό προς απάντηση ερώτημα είναι:
Μπορεί ν΄ ανατραπεί αυτή η πολιτική;
Γιατί τίποτα λιγότερο από την ανατροπή της δεν είναι σε θέση να σταματήσει το κοινωνικό ολοκαύτωμα της χώρας και των ανθρώπων της. Και ακόμα παραπέρα: Με ποιους όρους μπορεί να γίνει αυτό πραγματικότητα;
Τα κόμματα της Αριστεράς απαντούν το καθένα καταφατικά. Προτάσσουν όμως διεξόδους με υπερτονισμό των υπαρκτών στρατηγικών διαφορών τους.
Αρνούνται έτσι μέχρι σήμερα ν΄ αναγνωρίσουν αυτό που κατανοούν πλέον οι περισσότεροι απ΄ τα μέλη και τους ψηφοφόρους τους:
Ότι κανένα κόμμα της Αριστεράς, όσο και με όποια συνθήματα και να απευθύνεται στο λαό αναζητώντας την προνομιακή στήριξη του, δεν είναι σε θέση να απελευθερώσει την αναγκαία κοινωνική δυναμική από μόνο του. Ότι στο ύψος ενός τέτοιου καθήκοντος μπορεί να αρθεί μόνο το πιο πλατύ μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων - με τις συνασπισμένες δυνάμεις της Αριστεράς στον πυρήνα του.
Μπορεί όμως σήμερα να υπάρξουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για έναν κοινωνικό και πολιτικό συνασπισμό που να «αναγνωρίζει» προγραμματικά τον πολιτικό αντίπαλο στις δυνάμεις που προκαλούν το σημερινό κοινωνικό ολοκαύτωμα;
Και θα «ανακαλύπτει» στο πρόσωπο των άλλων δυνάμεων της ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής Aριστεράς τον προνομιακό συνομιλητή και συναγωνιστή του;
Που θα διαμορφώσει ένα συνθετικό πρόγραμμα ανατροπής αυτής της πολιτικής, ξεκινώντας από την αθέτηση πληρωμών για ουσιαστική διαγραφή του χρέους και την κρατικοποίηση των τραπεζών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας;
Που δεν θα διστάσει να συγκρουστεί με ό,τι και όποιους χρειαστεί προκειμένου να γίνει δυνατή μια εσωτερική «σεισάχθεια» και άμεσα μέτρα αναδιανομής υπέρ των εργαζόμενων, στηρίζοντας ταυτόχρονα μια παραγωγική ανασυγκρότηση φιλική στο περιβάλλον και τους εργαζόμενους και μια νέα θέση της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας;
Που θα αξιοποιήσει όλα τα ερείσματα αλληλεγγύης και πάλης στην Ευρώπη και στον κόσμο;
Με ένα τέτοιο πλαίσιο η συνασπισμένη Aριστερά θα μπορούσε ν’ «αγκαλιάσει» χωρίς αμηχανία ή πολιτικό «σνομπισμό» τον κόσμο που σήμερα συνειδητοποιεί τις ευθύνες των κομμάτων που κυβέρνησαν τη χώρα και απεγκλωβίζεται απ’ το δικομματισμό. Που προσεγγίζει, ταυτόχρονα, τα αριστερά κόμματα κουβαλώντας όλες τις ψευδαισθήσεις και «κακές συνήθειες» του από τις πελατειακές σχέσεις που καθόριζαν τη σχέση του με την πολιτική.
Μπορεί να υπάρξει σήμερα ένα άμεσο πρόγραμμα και ιδέες ικανές να μετατρέψουν την οργή που σιγοκαίει σε απόφαση για μαχητική προσωπική συμμετοχή διαρκείας σε διάφορα συλλογικά πλαίσια πάλης και αλληλεγγύης μ΄ επίκεντρο την εργασία και τις ανάγκες για αξιοπρεπή ζωή - που τίποτα να μη μπορεί ν΄ αναχαιτίσει;
Αυτά και άλλα ερωτήματα μπαίνουν σήμερα. Προφανώς δεν πρόκειται ν΄ απαντήσουν σ’ αυτά οι επικείμενες εκλογές.
Το πιθανότερο είναι ότι αυτές θα «νομιμοποιήσουν» οριακά τη σημερινή πολιτική μέσω ενός δικομματικού συνασπισμού, που θα είναι μειοψηφία στο λαό και πλειοψηφία στη Βουλή.
Κι επειδή η ταυτόχρονη ενίσχυση της συνολικής δύναμης όλων των δυνάμεων της Αριστεράς στη Βουλή μπορεί να εξασφαλίσει μόνο ισχυρότερη αντιπολίτευση, την ώρα που ζητούμενο δεν είναι τίποτα λιγότερο από την αποτροπή καταστροφής της χώρας, οι εργαζόμενοι, και προπαντός οι νέοι, που θα υπερψηφίσουν αριστερά κόμματα, ας μην τα εξουσιοδοτήσουν «εν λευκώ»:
Ας κάνουν όσο γίνεται πιο καθαρό τι περιμένουν απ’ αυτά για την, εξαιρετικά κοντινή, «επόμενη μέρα».
Το ζητούμενο για την αριστερά είναι να αποδειχτεί πολιτικά και κοινωνικά χρήσιμη.
Αλλιώς, θα εξαφανιστεί κι αυτή εν μέσω μιας θάλασσας εξαθλιωμένων και ηθικοπολιτικά «τσακισμένων» ανθρώπων, κάτω απ’ τη γενική επίθεση των ορδών της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής βαρβαρότητας ενάντια στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, Πέμπτη 05-04-2012
στο πλαίσιο της έρευνας «Η Αριστερά μπροστά στις κάλπες»