Γράφει ο ΑΠΕΛΛΗΣ
Από παλιά ήθελα να γράψω κάτι για τον Νίκο Δήμου, αλλά κάθε φορά το ξεχνούσα γιατί είχα κάτι πιο ενδιαφέρον να κάνω. Αυτή τη φορά όμως το πήρα απόφαση, καθώς τον τελευταίο καιρό, έχει αρχίσει πάλι να εμφανίζεται με δημόσιες δηλώσεις, συνεντεύξεις και όλα αυτά τέλος πάντων, που αγαπούν οι διάσημες περσόνες.
Αναρωτήθηκα, σε τι να οφείλεται αυτή η νεκρανάσταση και συμπέρανα πως σηκώθηκαν ακόμη και οι πεθαμένοι για την προάσπιση του Μνημονίου. Ο Ν. Δήμου είναι ένας 77αρης παλαίμαχος του Λόχου των ανθελλήνων «πραγματιστών διανοουμένων», παλιά εφεδρεία, μαζί με τον Ταγματάρχη Βερέμη, και νεοσύλλεκτο δεκανέα τον Τατσόπουλο.
Ομολογώ εκ των προτέρων, ότι δεν έχω διαβάσει ούτε ένα βιβλίο από τα 60 που έχει γράψει ο Ν. Δήμου. Γνωρίζω ωστόσο τον τίτλο ενός από αυτά, το:
«Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας», του 1975, που το είχε πάρει το μάτι μου παλιά σε κάτι προθήκες βιβλιοπωλείων, όπου σύχναζα πολύ. Μετά από χρόνια, το είχα δει και σε πάγκους λαϊκών πανηγυριών μαζί με τον Καζαμία και τον Ονειροκρίτη, και την επιγραφή: «ότι πάρετε 100 Δρχ».
Η αλήθεια είναι ότι το είχα ξεφυλλίσει στα όρθια και έπειτα το άφησα πάλι στο ράφι. Είχα σκεφτεί, πως δε μπορεί να είναι συγγραφέας αξίας κάποιος, που μεθοδικά αναζητεί αρνητικές ιδέες για να μπορεί να κατηγορεί την πατρίδα του. Διότι είναι άλλο πράγμα να εντοπίζεις με καλή προαίρεση το λάθος και το μειονέκτημα, προς συμβουλή και διόρθωση, και άλλο είναι το να εκδίδεις βιβλία στάζοντας χολή και να αυτοδηλητηριάζεσαι εγγράφως.
«Ο Νεοέλληνας …Αν δεν έχει αίτια δυστυχίας, θα ψάξει να βρει. Η ευτυχία της δυστυχίας του Νεοέλληνα εκφράζεται τέλεια στην «ελληνική γκρίνια». Γκρινιάρης; Ποιος είναι γκρινιάρης, ο Δήμου; Όμοι γένοιτο!
Μα όλη η φρασεολογία του είναι μια διανοητική υποχονδρία. Συνεχίζει:
«Η υπερβολή δεν είναι μόνο εθνικό ελάττωμα. Είναι τρόπος ζωής των Ελλήνων. Είναι η συνισταμένη του εθνικού τους χαρακτήρα. Είναι η βασική αιτία της δυστυχίας τους αλλά και η μεγάλη τους δόξα. Γιατί στο αυτοσυναίσθημα, η υπερβολή λέγεται λεβεντιά».
Εδώ ομολογώ ότι μπερδεύτηκα. Η υπερβολή είναι ταυτόχρονα αιτία της δυστυχίας αλλά και της μεγάλης δόξας! Μήπως η μεγάλη δόξα είναι και δυστυχία ή μήπως οι ένδοξοι είναι και δυστυχείς, ένεκα της υπερβολικής δόξας; Να είμαστε ή να μην είμαστε τελικά υπερβολικοί; Αερολογίες και φληναφήματα, δίχως ουσία, αλλά φτιαγμένα με έντεχνο τρόπο, ας του το αναγνωρίσουμε.
Έτσι, λοιπόν, μη όντας ένας «ευτυχής» αναγνώστης του Ν. Δήμου, όσα θα γράψω δεν αφορούν το συγγραφέα και το έργο του, τον οποίο προσωπικά δεν θεωρώ κάτι περισσότερο από γραφέα, τουλάχιστον όχι κάποιας υψηλής αξίας.
Θα εστιάσω κυρίως στην τηλεοπτική περσόνα και στο δημόσιο «διαφωτιστικό» της λόγο, που σίγουρα επηρρεάζουν περισσότερους από όσους τα βιβλία του. Και οπωσδήποτε μου χρωστάει χάρη για τη διαφήμιση που του κάνω γράφοντας για αυτόν.
Εγώ όμως, τον συμπαθώ! Θέλω να βλέπω τον άνθρωπο πίσω από το προσωπείο. Και αυτό θα κάνω αμέσως, παίρνοντας υλικό από όσα έχει πει κατά καιρούς.
Και ξεκινώ από τον τίτλο του βιβλίου του, «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας», το οποίο θα γινόταν Best seller, αν κυκλοφορούσε τώρα στον καιρό της κρίσης στην Γερμανία και στην Τουρκία. Ο τίτλος είναι καταθλιπτικός και απόλυτα αφοριστικός. Δεν λέει, η δυστυχία του να είσαι ο Μήτσος, ο Κώστας ή ο Νίκος Δήμου, αλλά αναφέρεται γενικά στην εθνικότητα με ένα τρόπο εξολοκλήρου ρατσιστικό.
Φαίνεται, πως η συλλογική μας εθνική δυστυχία, θα οφείλεται δίχως άλλο σε κάποιον γενετικό ιό, από τον οποίο κανείς δε μπορεί να ξεφύγει. Εκτός του Ν. Δήμου, φυσικά, που ως νηφάλιος νους μπορεί να κρίνει μια ολόκληρη χώρα και ένα λαό.
Συλλογίζομαι ότι εξαιρεί τον εαυτό του, επειδή ίσως δεν τον θεωρεί Έλληνα, οπότε είναι ευτυχής. Αν όμως αισθάνεται Έλληνας, τότε σίγουρα θα είναι δυστυχισμένος. Και θα γίνεται περισσότερο δυστυχισμένος, όσο βλέπει προς το τέλος της ζωής του, ότι τα «διαφωτιστικά» του διανοήματα δεν έγιναν αποδεκτά από τον «αδαή» λαό. Έτσι, αντιλαμβάνεται κανείς το βαθύ νόημα της πρότασης:
«Σε αναλογία, δυστυχία πρέπει να είναι η μη σύμπτωση ανάμεσα σε επιθυμία και πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, δυστυχία μπορούμε να ονομάσουμε την απόσταση ανάμεσα σε επιθυμία και πραγματικότητα. Όσο μεγαλύτερη η απόσταση, τόσο πιο δυστυχισμένοι είμαστε. Αξίωμα: Ένας Έλληνας κάνει ότι μπορεί για να μεγαλώσει το άνοιγμα ανάμεσα σε επιθυμία και πραγματικότητα» Και αυτό κάνει και ο ίδιος, συνεπής στα όσα γράφει. Διότι, άλλο είναι αυτό που επιθυμεί και άλλο αυτό που υπάρχει γύρω του. Εμείς οι «παλιοέλληνες», δηλαδή. Πάντα είχα την απορία. Γιατί επιμένει να ζει μαζί μας αυτή τη δυστυχία, εδώ και 77 χρόνια και δεν μας κούνησε το μαντήλι για άλλα μέρη και άλλες χώρες;
Αξίωμα: Είναι ένας δυστυχισμένος μαζοχιστής. Θύμα της αλληλεγγύης που νιώθει για όλους εμάς και της ευθύνης που θεωρεί πως έχει, για τον διαφωτισμό μας.
Ο Ν. Δήμου είναι και γενναίος. Διότι, δεν είναι απλό πράγμα, να βγάζεις βιβλίο, με έναν τέτοιο τίτλο μέσα στη χώρα στην οποία αναφέρεται. Και μάλιστα, ένα χρόνο μετά από το 1974, και την εθνική τραγωδία της Κύπρου.
Η προκλητικότητα του τίτλου είναι εμφανής, δε γνωρίζω όμως αν βοήθησε και στις πωλήσεις. Ο βραβευμένος με το τουρκικό Βραβείο Ιπεκτσί, ίσως γνωρίζει την υπερήφανη φράση των γειτόνων: «Είμαι ευτυχής που είμαι Τούρκος».
Φανταστείτε, λοιπόν, ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η δυστυχία του να είσαι Τούρκος» και την τύχη του συγγραφέα του. Αλλά είπαμε, εδώ είναι Ελλάδα. Μπορούμε να την περιφρονούμε με «γενναιότητα» και να μη χαριζόμαστε σε κανένα.
Σε ερωτήσεις δημοσιογράφου, όπως: Σε προσφορά στην ανθρωπότητα, θεωρείτε τον τουρκικό πολιτισμό ανώτερο απ’ τον ελληνικό;
«Όχι. Άλλωστε δεν υπάρχουν «ανώτεροι» πολιτισμοί ούτε ανώτεροι λαοί. Ποιον ελληνικό εννοείτε; Τον αρχαιοελληνικό. «Αυτόν δεν τον θεωρώ πια μόνο ελληνικό! Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πιθανότατα ο μεγαλύτερος πολιτισμός που υπήρξε, αλλά δεν είναι ελληνικός, με την έννοια ότι ανήκει σε μας. Ανήκει στην ανθρωπότητα».
Τίποτα, λοιπόν, δε μας χαρίζει ο Δήμου, εκτός από τη δυστυχία. Μόνο τα ελαττώματα μας είναι αποκλειστικώς ελληνικά. Η ιστορία και ο πολιτισμός μας δεν είναι. Αυτός ανήκει στην ανθρωπότητα.
Ο Δήμου, λοιπόν, είναι πιο σοφός από τους Γάλλους και Γερμανούς διανοούμενους, που διατείνονται πως θα έπρεπε να δίνονται στους Έλληνες 5 λεπτά, για κάθε ελληνική λέξη που χρησιμοποιούν οι Ευρωπαίοι; Σύμφωνα με αυτόν δεν πρέπει να διαμαρτυρόμαστε, που οι ίδιοι ληστές επιχειρούν να μας ληστέψουν για δεύτερη φορά σε 70 χρόνια.
Ας απολαύσουμε όμως το μυρωδάτο «διανοητικό» του λόγο:
«Μια χαβούζα με βοθρολύματα, που ζέχνει εκατοντάδες χιλιόμετρα γύρω και μολύνει όλη την Ευρώπη. Κι έχουμε το θράσος να τα βάζουμε με την τρόικα, τη Μέρκελ, τον Ράιχενμπαχ (τους νεοναζί του Στάθη), όταν επί χρόνια δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να κλέβουμε ο ένας τον άλλο κι όλοι μαζί το κράτος (δηλαδή, πάλι εμάς).»
Και αν, βέβαια, για τους νεοΈλληνες έχει πάντα να εκφέρει μια απαξιωτική κριτική, όμως για τους Τούρκους, τους Σκοπιανούς και τους Εβραίους, είναι γενναιόδωρος. Έχει πάντα ένα καλό λόγο να πει.
Έτσι, για τον Δήμου, εμείς είμαστε η αιτία της έντασης στο Αιγαίο, οι κακοί γείτονες. «Δεν υπάρχουν παραβιάσεις…Αυτοί πετάνε σε διεθνή εναέριο χώρο».
Μας κατηγορεί και για αχαριστία, που δεν είπαμε ευχαριστώ στους ξένους, που μας επέτρεψαν να χύσουμε το αίμα μας για την ελευθερία. «Ακόμα κι όταν ελευθερώθηκε το ’21 χάρη στις Μεγάλες Δυνάμεις, δεν είπε ποτέ ευχαριστώ. (Ο Σημίτης, που είπε «ευχαριστώ» για τα Ίμια, στιγματίστηκε διά βίου)». Για το ζήτημα των Σκοπίων πρότεινε στην Ντόρα Μπακογιάνη, να χαριστεί στα Σκόπια το όνομα της Μακεδονίας για να φανούμε μεγαλόψυχοι (!).
Ενώ για την Θεσσαλονίκη πιστεύει πως: «Δεν απελευθερώθηκε. Κατελήφθη! Δεν μπορείς να λες ότι απελευθερώνεις μια πόλη, όταν απελευθερώνεις το 11%» Τέλος, ο απόφοιτος του φυτωρίου-Κολλεγίου Αθηνών, σε ερώτηση δημοσιογράφου: Σε ποιες περιπτώσεις ψεύδεστε;
Απαντά: «Κυρίως σε περιπτώσεις που δεν το ξέρω». Αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο, να επικαλεσθεί ως άλλοθι την άγνοια της γεροντικής του άνοιας.
Αλήθεια, ποιος θα ήθελε να το πάθει αυτό; Οι περισσότεροι θα προτιμούσαν, αν ήταν να δυστυχήσουν, να είναι τουλάχιστον αξιοπρεπείς. Να είναι ο εαυτός τους και όχι ο Δήμου. Διότι αυτός υποφέρει από τη δυστυχία μόνος και χωρίς μέτρο. Ένας «φωτισμένος» νους, βιώνει μια φοβερή μοναξιά. Λίγοι ομοιδεάτες «φίλοι», ελάχιστοι. Ίσως τώρα στο γέρμα της ζωής, να μπορέσει να καταλάβει, ότι το τέλος του Δον Κιχώτη ήρθε, όταν διαλύθηκε η «αλήθεια», που μόνο εκείνος έβλεπε. ΄Οταν πια, είδε, μέσα στην θύελλα, να γυρίζουν οι ανεμόμυλοι της ιστορίας.
Olympia.gr